Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο οι παίκτες που παραμένουν πιστοί στις ομάδες τους αποτελούν είδος προς εξαφάνιση. Πάντα, όμως, για να υπάρξει ένας κανόνας, χρειάζονται και οι απαραίτητες εξαιρέσεις και ο Μιχάλης Μπακάκης αποτελεί έναν φωτεινό φάρο μέσα στο χάος του «Modern Football».
Ο Μπακάκης αφιέρωσε την καριέρα του στην ΑΕΚ και τον Παναιτωλικό, δύο ομάδες που αγάπησε και άφησε τα κόκκαλά του στο χορτάρι για χάρη τους. Ξεκίνησε από τις ακαδημίες της ομάδας του Αγρινίου και με εξαίρεση ένα μικρό πέρασμα από τα Χανιά, ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της 11άδας, παρά το νεαρό της ηλικίας του. Αυτό που τον έπεισε να κάνει το βήμα παραπάνω δεν ήταν ο πρωταθλητισμός, αλλά ένα πρότζεκτ, μία ιδέα, ένας αγώνας για τη μεγάλη επάνοδο. Η ΑΕΚ μπορεί να βρισκόταν στη δεύτερη κατηγορία, έδειξε, όμως, στον Μπακάκη πως ο στόχος δεν ήταν απλά η επιστροφή στην κανονικότητα, αλλά η κυριαρχία, με τον ίδιο να αποτελεί βασικό πυλώνα.
Αυτό ήταν αρκετό για τον Μπακάκη, που πέρασε οχτώ χρόνια «κιτρινόμαυρος», μέχρι να επιστρέψει ξανά στην παιδική του αγάπη, τον Παναιτωλικό, για τρεις ακόμη σεζόν. Πλέον είναι ελεύθερος στην αγορά και ο στόχος του δεν είναι η… συνταξιοδότηση, καθώς ακόμη και αν διανύει το 34ο έτος της ηλικίας του, η δίψα μέσα του παραμένει αστείρευτη.
Ο Μιχάλης Μπακάκης μίλησε για τις δύο ζωές που έζησε με ΑΕΚ και Παναιτωλικό, το δικό του κρίμα, για τον τρόπο που αποχώρησε και από τα δύο κλαμπ, αλλά και για την αναμέτρηση στο Σαν Σίρο, όπου ο Μανόλο Χιμένεθ τον έβαλε για πρώτη φορά αριστερό στόπερ, λέγοντας του «πήγαινε να τους διαλύσεις».
Μετά από εννέα χρόνια ακατάπαυστης προσφοράς στην ΑΕΚ, ο Μπακάκης έβγαλε τα «κιτρινόμαυρα» και αποχώρησε. Σε ηλικία μόλις 31 ετών οι ευκαιρίες ήταν πολλές, η καρδιά του, όμως, τον οδήγησε εκεί όπου όλα ξεκίνησαν, στο Αγρίνιο.
«Στην επιστροφή μου στον Παναιτωλικό, μεγάλο ρόλο έπαιξε το συναισθηματικό κομμάτι. Πιστεύω, για πολλούς και διαφορετικούς λόγους, ήταν η καλύτερη επιλογή για εμένα, εκείνη τη χρονική στιγμή, να επιστρέψω στην ομάδα όπου μεγάλωσα και ξεκίνησα τα πρώτα μου βήματα στο ποδόσφαιρο. Αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω, θα έπαιρνα πάλι την ίδια ακριβώς απόφαση».
Το συναισθηματικό δέσιμο με τον Παναιτωλικό ήταν τεράστιο, άλλωστε η πρώτη τεράστια εμπειρία που έζησε ως ποδοσφαιριστής ήταν σε εκείνη τη μυθική χρονιά, που η ομάδα ανέβηκε στη μεγάλη κατηγορία. Τότε που πριν ακόμη κλείσει τα 20 του χρόνια, είδε να γράφεται ιστορία μπροστά στα μάτια του.
«Ήταν ένα τρομερό συναίσθημα. Σε τόσο νεαρή ηλικία, έβλεπα πράγματα, που τα είχα ονειρευτεί. Ήμουν ένα από τα βασικά γρανάζια της ομάδας και για αυτό η όλη εμπειρία ήταν ακόμη πιο μαγική. Εκείνη η χρονιά είναι αδιαμφισβήτητα μία από τις κορυφαίες χρονιές της καριέρας μου».
Ο Μπακάκης είχε καταφέρει από νωρίς να ξεχωρίσει και όπως ήταν αναμενόμενο οι μεγάλες ομάδες της Ελλάδας δεν είχαν απλώς ανοιχτά τα ραντάρ τους, αλλά τον είχαν προσελκύσει κιόλας. Ο ίδιος όμως δεν επέτρεψε στον εαυτό του να πάρει… αέρα και με τα πόδια του γερά στο έδαφος, πήρε την πιο έξυπνη επιλογή για το μέλλον του.
«Εκείνη την περίοδο, όντως είχα προτάσεις, αλλά σκέφτηκα, μαζί και με ανθρώπους που εμπιστεύομαι, πως η καλύτερη λύση για εμένα θα ήταν να μείνω στον Παναιτωλικό, να ανανεώσω με την ομάδα και να παίξω για ακόμη έναν χρόνο στην ομάδα που ξέρω καλά. Είχαμε ανέβει μαζί κατηγορία, γνώριζα ότι εγώ θα είμαι ο βασικός δεξιός μπακ και ότι θα πάρω πολλά παιχνίδια πάνω μου. Εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε και πάρα πολύ σωστή η απόφασή μου αυτή, διότι έτσι κατάφερα να αναδειχθώ και να εξελιχθώ».
Τελικά η ομάδα που τον έπεισε να αποχωριστεί τον Παναιτωλικό ήταν η ΑΕΚ. Η Ένωση με το πρότζεκτ που του παρουσίασε, με τους «τρελούς» που έπνιγαν το ΟΑΚΑ και με σλόγκαν το «Ερχόμαστε», κατάφερε να κάνει το «κλικ» στον Μπακάκη και μαζί με τις υπόλοιπες κινήσεις που πραγματοποίησε, έκανε πράξη την επιστροφή στα μεγάλα σαλόνια.
«Εκείνη την περίοδο το όνομα μου ακουγόταν και για άλλες μεγάλες ελληνικές ομάδες. Τότε, όμως, στην ηλικία που ήμουν, αλλά και με το πρότζεκτ που μου παρουσίασε η ΑΕΚ, κατάλαβα ότι πάει να γίνει κάτι σπουδαίο, κάτι μεγάλο. Η ομάδα είχε πέσει στη Γ’ Εθνική, εγώ θα πήγαινα στην ομάδα στη Β’ και έβλεπα τον κόσμο, το πώς είχε συσπειρωθεί γύρω από την ομάδα, με στόχο η ΑΕΚ να γίνει ξανά σπουδαία. Όλα αυτά με κέρδισαν και έτσι πήρα την απόφαση να πάω στην ομάδα, παρά το γεγονός ότι αγωνιζόταν στη 2η κατηγορία και σίγουρα δικαιώθηκα».
Μετά από μία ολόκληρη ζωή στον Παναιτωλικό, το 2014 ήρθε η στιγμή ο Μιχάλης Μπακάκης να αποχαιρετήσει το αγαπημένο του Αγρίνιο και να κάνει το επόμενο βήμα στην καριέρα του, το οποίο θα ήταν και το πιο κρίσιμο.
«Δεν ήταν πολύ δύσκολος ο αποχωρισμός μου από το Αγρίνιο. Έφευγα για να πάω στην πρωτεύουσα, για να παίξω σε μία μεγάλη ομάδα, για να πετύχω μεγάλους στόχους και τα όνειρά μου. Είχα μεγάλη δίψα, μεγάλο κίνητρο, οπότε και ο αποχωρισμός ήταν γλυκός».
Και έτσι ξαφνικά, από το Αγρίνιο, στην Αθήνα, μέσα σε μία στιγμή. Οι αλλαγές πολλές, όμως η όρεξη, το πάθος και πάνω απ’ όλα η δίψα για επιτυχίες, δεν του επέτρεψαν δευτερόλεπτο να κομπιάσει.
«Σίγουρα όταν πηγαίνεις από τον Παναιτωλικό σε μία μεγάλη ομάδα, οι διαφορές είναι τεράστιες. Ήμουν λίγο διστακτικός, έπρεπε να ενταχθώ στο καινούργιο κλίμα και τις νέες καταστάσεις. Το καλό ήταν ότι ήμασταν πολλά παιδιά στην ίδια περίπου κατάσταση. Ο Λαμπρόπουλος, ο Κολοβέτσιος, ο Αραβίδης, ο Μάνταλος, που πηγαίναμε από ομάδα Α’ Εθνικής στην ΑΕΚ και δημιουργήσαμε ένα πολύ καλό παρεάκι που έκανε την προσαρμογή όλων μας πολύ πιο εύκολη».
Όλο αυτό το παρεάκι που δημιουργήθηκε στα Σπάτα όμως, χρειαζόταν και τον κατάλληλο άνθρωπο για να μετατρέψει την ομάδα σε… οικογένεια. Αυτός δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από τον Τραϊανό Δέλλα, τον άνθρωπο που ανέλαβε την ΑΕΚ στην πιο μαύρη σελίδα της ιστορίας της και κατάφερε να την επιστρέψει και πάλι πίσω στο φως.
«Ο Δέλλας ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για την επιστροφή της ΑΕΚ στη μεγάλη κατηγορία. Η προσωπικότητα του, ο χαρακτήρας του. Μιλάμε για έναν θρύλο τόσο της ΑΕΚ, όσο και ολόκληρου του ελληνικού ποδοσφαίρου. Πιστεύω δεν υπήρχε καταλληλότερος άνθρωπος για να αναλάβει αυτό το δύσκολο εγχείρημα και να ανεβάσει την ΑΕΚ πίσω στα μεγάλα σαλόνια. Ενώ είναι και ένας εξαιρετικός προπονητής, κάτι που το έχει αποδείξει σε όποια ομάδα έχει δουλέψει».
Σε μία τόσο δύσκολη περίοδο, για να καταφέρει να επιβιώσει ένα κλαμπ, πάνω απ’ όλα χρειάζεται να έχει μαζί του τη δύναμη του κόσμου και οι φίλοι της ΑΕΚ, δεν την άφησαν ποτέ ξανά μόνη.
«Όταν παίζαμε στο ΟΑΚΑ, δεν καταλάβαινες ότι έπαιζες στη Β’ Εθνική. Το γήπεδο ήταν γεμάτο, η κερκίδα και η ατμόσφαιρα που δημιουργούσαν οι φίλαθλοι ήταν τρομερή. Είχαμε συνέχεια την πίεση ότι πρέπει να κερδίσουμε για να ανέβουμε απευθείας κατηγορία, κάτι που μας έδινε κίνητρο ασταμάτητα. Ήταν ένα πάρα πολύ ωραίο συναίσθημα».
Το παιχνίδι που σημάδεψε ολόκληρη την πορεία της επιστροφής για την ΑΕΚ, ήταν εκείνη η αναμέτρηση Κυπέλλου απέναντι στον Ολυμπιακό, σε ένα ΟΑΚΑ που… έβραζε, δημιουργώντας εικόνες που οι φίλοι της Ένωσης είχαν χρόνια να ζήσουν, ακόμη και αν το τελικό αποτέλεσμα δεν ήταν το θεμιτό, το μήνυμα που ήθελε να περάσει η ομάδα το πέρασε.
«Εκείνο το παιχνίδι το περιμέναμε όλοι πώς και πώς. Η ΑΕΚ είχε πέσει κατηγορία και με αυτό το παιχνίδι θέλαμε να αποδείξουμε ότι ερχόμαστε, ότι η ΑΕΚ είναι εδώ. Παίξαμε ένα παιχνίδι με γεμάτο το ΟΑΚΑ, μπορεί να αγωνιζόμασταν στη Β’ Εθνική, αλλά ήμασταν τρομερά ανταγωνιστικοί. Ήμασταν σίγουροι ότι μπορούσαμε να περάσουμε. Δυστυχώς δεν τα καταφέραμε, αλλά τότε ήταν, που όλος ο κόσμος κατάλαβε ότι η ΑΕΚ είχε επιστρέψει, θα ανέβει κατηγορία και θα πρωταγωνιστεί ξανά στα επόμενα χρόνια, όπως και έγινε. Το αποτέλεσμα και ειδικά με τον τρόπο που ήρθε, είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα».
Η ΑΕΚ από την πρώτη σεζόν έδειξε πως σκοπός της δεν ήταν απλώς να επιστρέψει στη μεγάλη κατηγορία, αλλά να πρωταγωνιστήσει κιόλας. Αυτό έγινε γρήγορα κατανοητό απ’ όλους, ενώ η κορύφωση ήρθε στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος, με την Ένωση να σηκώνει την κούπα, επικρατώντας 2-1 του Ολυμπιακού, μετατρέποντας το «Ερχόμαστε», σε «Ήρθαμε».
«Ήταν τρομερό συναίσθημα εκείνος ο τελικός κυπέλλου. Για εμένα ήταν το πρώτο ουσιαστικά τρόπαιο που κατέκτησα, αλλά και για την ΑΕΚ μετά την επιστροφή της. Ήταν και για εμάς μία δικαίωση, που ακολουθήσαμε την ομάδα στη 2η κατηγορία. Δυστυχώς δεν είχε κόσμο, αλλά ήταν κάτι τόσο τρομερό τόσο υπέροχο που ακόμη και έτσι ήταν μία μοναδική εμπειρία».
Η συνήθεια που έγινε… λατρεία για το φίλαθλο κοινό της χώρος, είναι να τα βάζει πάντοτε με τους Έλληνες παίκτες, όταν κάτι πάει στραβά. Αυτό είναι κάτι που έχει βιώσει στο πετσί του ο Μπακάκης, αν και γνωρίζει πώς συνήθως αυτός που δέχεται το ανάθεμα, είναι και αυτός που αντέχει να το σηκώσει.
«Η γκρίνια στους Έλληνες παίκτες είναι κάτι που συνέβαινε πάντα στην Ελλάδα. Όταν μία ομάδα δεν πηγαίνει καλά, τότε όλοι την πέφτουν στους Έλληνες παίκτες και τους παλιούς, αλλά εμείς ήμαστε επαγγελματίες και συνεχίζουμε. Αν ο κόσμος θέλει να τα πάμε καλά μία φορά, εμείς θέλουμε χίλιες, άλλωστε εμείς έχουμε και πολύ μεγαλύτερο όφελος από αυτό. Πρέπει όμως να το διαχειριζόμαστε, να κλείνουμε τα αυτιά μας, να συνεχίσουμε τη σκληρή δουλειά, με στόχο να ανατρέψουμε την άσχημη κατάσταση που επικρατεί, με στόχο η ομάδα να επιστρέψει ξανά στις νίκες και τις επιτυχίες».
Πόσα απ’ όλα αυτά, όμως, που διαβάζουμε στο διαδίκτυο και τα social media ισχύουν και στην πραγματικότητα; Οι διαφορές είναι τεράστιες και ο κόσμος του γηπέδου, σε σχέση με αυτόν πίσω από ένα κινητό, πολλές φορές δεν συμπίπτουν ποτέ.
«Ο κόσμος του social διαφέρει σε τεράστιο βαθμό από τον πραγματικό κόσμο. Στο ίντερνετ μπορεί να σου στείλει κάποιος μήνυμα από 12 χρονών, μέχρι 80. Από κοντά όμως θα είναι ελάχιστοι που θα στο που και όσοι το κάνουν, θα το κάνουν με ωραίο τρόπο. Πλέον ο κόσμος κρύβεται πίσω από ένα τηλέφωνο και του είναι πάρα πολύ εύκολο να σε βρίσει, να σε κράξει, να σε προσβάλει, αλλά έτσι έχει γίνει πλέον η κοινωνία».
Κάθε καλοκαίρι, η ίδια ακριβώς ιστορία, «άντε να πάρουμε επιτέλους ένα δεξί μπακ». Κάθε Σεπτέμβρη, όμως, ο Μπακάκης πάντοτε ξεκινούσε στο αρχικό σχήμα. Και όχι επειδή ήταν το αγαπημένο παιδί κανενός, άλλωστε τότε η ΑΕΚ άλλαζε τους προπονητές σαν τα πουκάμισα εκείνη την περίοδο.
«Σχεδόν κάθε χρόνο η ΑΕΚ έπαιρνε δεξί μπακ, για να έρθει κάποιος καλύτερος από τον Μπακάκη. ΟΚ, σε μία μεγάλη ομάδα σίγουρα κάθε χρόνο θες να παίρνεις παίκτες οι οποίοι θα είναι καλύτεροι από αυτούς που ήδη έχεις, για να ανέβεις επίπεδο και να πετύχεις τους στόχους σου. Αλλά εμένα η δουλειά μου ήταν να είμαι αυτός που είμαι, να προσπαθώ συνεχώς να γίνομαι καλύτερος και όντως τα περισσότερα χρόνια εγώ αγωνιζόμουν βασικός. Κανένας δεν μου έκανε χάρες, απλά αποδείκνυα μέσα στο γήπεδο και στις προπονήσεις, ότι εγώ ήμουν ο καλύτερος και πώς εγώ άξιζα να παίζω στην αρχική 11άδα».
Η χρονιά καριέρας που πραγματοποίησε ο Μπακάκης, είναι αδιαμφισβήτητα στη σεζόν του πρωταθλήματος 2017/18, τότε που είχε… σεληνιαστεί. Έπαιξε σε μισή ντουζίνα διαφορετικές θέσεις και μάλιστα, με χαρακτηριστική ευκολία, καθώς πάντοτε ήταν εκ των κορυφαίων, αν όχι ο κορυφαίος, του γηπέδου. Βέβαια, αυτό δεν το κατάφερε μόνος του, με τον Μανόλο Χιμένεθ να έχει συμβάλει τα μέγιστα σε αυτήν τη μετάλλαξη, ενώ και η υπόλοιπη ομάδα στεκόταν πάντοτε στο ύψος της.
«Σίγουρα τη χρονιά του πρωταθλήματος, έπαιξε τεράστιο ρόλο ο Χιμένεθ. Μου έδειξε μεγάλη εμπιστοσύνη, ότι σε όποια θέση και να με βάλει, εγώ θα ήμουν ο καλύτερος παίκτης του γηπέδου. Αυτό είναι το πιο σημαντικό για έναν προπονητή, να σου δείχνει τέτοια εμπιστοσύνη, διότι και μέτριος να είσαι θα πιστέψεις ότι είσαι καλός και έτσι θα παίξεις και καλά. Ενώ επιπλέον ήταν πολύ σημαντικό το εξαιρετικό σύνολο που είχαμε δημιουργήσει. Εάν η υπόλοιπη ομάδα δεν είναι καλή, τότε εσύ δεν μπορείς να ξεχωρίσεις, κανένας δεν μπορεί εάν ολόκληρη η ομάδα δεν παίζει σωστά».
Εκείνη την τρελή σεζόν του πρωταθλήματος, ο Σέρχιο Αραούχο είχε γίνει το αγαπημένο παιδί τις κερκίδας με τα κρίσιμα γκολ που πετύχαινε, ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος έκανε την ίσως κορυφαία χρονιά της καριέρας του, ενώ ο Μάρκο Λιβάγια έμοιαζε με θηρίο ανήμερο. Όμως μετά την απονομή του τροπαίου, όταν οι ποδοσφαιριστές της ΑΕΚ ρωτήθηκαν, ποιος είναι ο MVP της σεζόν, η απάντηση τους βγήκε απευθείας και εντελώς αυθόρμητα…
«Η αναγνώριση από τους συμπαίκτες σου είναι πάρα πολύ σημαντική. Έτσι καταλαβαίνεις ότι οι άνθρωποι που δίνει μαζί την ψυχή σου, καταλαβαίνουν την προσπάθεια που έχεις κάνει, τον κόπο για να πετύχεις τους στόχους που έχεις θέσει. Ενώ το γεγονός ότι είμαι αμυντικός, το κάνει ακόμη πιο σημαντικό, καθώς συνήθως οι δικές μας επιδόσεις, έρχονται σε δεύτερη μοίρα».
Το εντυπωσιακό σε εκείνη τη χρονιά για τον Μιχάλη Μπακάκη, δεν ήταν μόνο ότι πραγματοποιούσε εκπληκτικές εμφανίσεις, αλλά το γεγονός πως το έκανε από διαφορετικές θέσεις, μερικές εκ των οποίες αγωνίστηκε εκείνη τη χρονιά για πρώτη φορά.
«Μέχρι να έρθει ο αγώνας στο ”Σαν Σίρο” δεν είχα παίξει αριστερό μπακ ή αριστερό στόπερ και τη μέρα του αγώνα μου είπε ο Μανόλο ότι θα παίξω αριστερό στόπερ. Του είπα ”Κόουτς, τι γίνεται; Τι λες; Δεν έχω παίξει ποτέ αυτήν τη θέση”. Και μου απάντησε ”άστα αυτά, μπες μέσα παίξε και διέλυσέ τους”. Θυμάμαι είχε πάει καλά σε εκείνο το ματς και μετά κάπως καθιερώθηκε. Το κατάλληλο βάπτισμα του πυρός».
Όσο εύκολη ή δύσκολη τελικά και αν ήταν η απόφαση του Μπακάκη, να επιστρέψει πίσω στη Β’ Εθνική, για να φορέσει τη φανέλα της ΑΕΚ, του χάρισε μαγικές στιγμές και ίσως κορυφαία εξ αυτών οι συμμετοχές που κατέγραψε με την Ένωση στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση, το Champions League. Ο ορισμός του «Ξεκίνησα από τον πάτο και έφτασα στην κορυφή».
«Όταν παίζεις Champions League, καταλαβαίνεις τι σημαίνει ποδόσφαιρο, από πολλές πλευρές. Από την οργάνωση, το ποδόσφαιρο, από πάρα πολλά πράγματα. Εκεί καταλαβαίνεις ότι το να είσαι ποδοσφαιριστής είναι κάτι πάρα πολύ όμορφο. Και όταν παίζεις στην Εθνική, σε αυτές τις δύο περιπτώσεις πραγματικά καταλαβαίνεις τι σημαίνει ποδόσφαιρο. Σίγουρα όταν παίζεις ένα ντέρμπι, υπάρχει πάθος, δύναμη, ο κόσμος, αλλά και πάλι είναι διαφορετικό».
Κάπου εκεί, όμως, τελείωσε η σταδιακή άνοδο που πραγματοποιούσε η ΑΕΚ, χρόνο με τον χρόνο και έκτοτε ήρθε απότομα η κάθοδος και μαζί της μπόλικη γκρίνια, αμφισβήτηση και απαξίωση.
«Μόνο και μόνο που έφυγε ο προπονητής, ο οποίος ήταν τόσο επιτυχημένος και σου έφερε το τρόπαιο του πρωταθλήματος μετά από 24 χρόνια, καταλαβαίνεις ότι κάτι στραβώνει, ήταν ένα μεγάλο πλήγμα. Μετά έφυγαν παίκτες, που ήταν βασικά γρανάζια της ομάδας και είχαμε κάνει ελάχιστες μεταγραφές, για να τους αντικαταστήσουμε. Όταν κάνεις τόσο μεγάλη προσπάθεια για να χτίσεις μία ομάδα και αυτή μετά πηγαίνει καλά και πετυχαίνει, πρέπει να την υποστηρίξεις, όχι να τη διαλύσεις. Άλλα κλαμπ προσπαθούν χρόνια να φτιάξουν μία καλή ομάδα, ένα δυνατό σύνολο και εμείς μόλις το είχαμε αυτό, το διαλύσαμε απευθείας. Οπότε ήταν φυσιολογικό να έρθει αυτή η κρίση και αυτή κρίση δεν κράτησε μόνο την επόμενη σεζόν, κράτησε για αρκετά χρόνια».
Με τον Μπακάκη να αποτελεί συχνά πυκνά το επίκεντρο στην έντονη κριτική των φίλων της ΑΕΚ, ήρθε και η δική του αντίδραση ή τουλάχιστον έτσι έμοιαζε. Μετά από ένα νικηφόρο αποτέλεσμα, ανέβασε στον λογαριασμό του στο Instagram μία φωτογραφία που ανέφερε χαρακτηριστικά «Μας κρίνατε για σήμερα ή πήρατε ρεπό»; Αυτό που θεώρησαν όλοι με μία πρώτη ματιά, ήταν πως ο Μπακάκης θέλησε να δώσει μία απάντηση στους επικριτές του. Εντέλει, βέβαια, η αρχική εικόνα πολλές φορές, απέχει πολλά χιλιόμετρα μακριά από την πραγματικότητα.
«Εκείνο το story δεν το είχα βάλει με σκοπό να στοχοποιήσω τον κόσμο, ήταν μετά από ένα παιχνίδι που παίζαμε στο Κύπελλο απέναντι σε μία ομάδα της Κρήτης που ήταν στη Β’ Εθνική, δηλαδή δεν υπήρχε λόγος για να το βάλω επειδή κερδίσαμε εκείνη την ομάδα. Αυτό το ποστ το είχα δει πριν αρκετές μέρες και ήθελα να το βάλω. Εκείνη την περίοδο πηγαίναμε καλά, είχαμε κερδίσει κιόλας και είπα να το βάλω. Δεν πήγαινε συγκριμένα σε κάποιον ή στον κόσμο που μας έκραζε, ούτε καν. Απλά το έβαλα και ερμηνεύτηκε όπως ερμηνεύτηκε. Πάντως σίγουρα δεν το μετανιώνω γιατί έτσι και αλλιώς δεν μετανιώνω γενικά τίποτα από τα πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου».
Μετά από μία γεμάτη 8ετία με τα κιτρινόμαυρα, η ΑΕΚ αποφάσισε ότι ο Μιχάλης Μπακάκης δεν είχε να προσφέρει κάτι παραπάνω στην ομάδα και τον έθεσε εκτός ομάδας, με έναν αν μη τι άλλο άκομψο τρόπο. Σίγουρα αυτός δεν είναι η κατάλληλη μέθοδος για να αποχωριστείς έναν ποδοσφαιριστή, που έχει προσφέρει τόσο πολλά σε μία ομάδα, συνυπάρχοντας μαζί της σε εποχές, που άλλοι πήδαγαν από το καράβι.
«Όταν είσαι τόσα χρόνια σε μία ομάδα, είσαι εκεί από τη Β’ Εθνική, έχεις πετύχει τόσα πράγματα και έρχεται η ομάδα και σου λέει, δεν σε υπολογίζω, φύγε. Ναι, νιώθεις ότι δεν σε έχουν σεβαστεί. Θυμάμαι μετά την άφιξη του Γιαννίκη, ενημερώθηκα ότι δεν υπολογίζομαι και πώς πρέπει να βρω ομάδα για να πάω το καλοκαίρι. Ήμουν για 4-5 μήνες εντελώς εκτός. Τον Ιανουάριο δεν βρήκα κάτι να με ικανοποιεί και έμεινα, χωρίς, όμως, να έχω κάποιον ρόλο. Στεναχωρήθηκα για όλους αυτούς τους μήνες που με κακομεταχειρίστηκαν έτσι. Ήμουν αρχηγός της ομάδας και έπαιζα στην ΑΕΚ τόσα χρόνια, δηλαδή δεν μπορούσαν να με κρατήσουν ενεργό μέχρι το τέλος της σεζόν; Και ας μην έπαιζα, να μου ξεκαθάριζαν ότι θα είμαι αναπληρωματικός και πως καλοκαίρι θα βρίσκαμε μία λύση για να φύγω. Πιστεύω θα ήταν πιο σωστό αυτό. Για αυτό και εγώ νιώθω ότι τελικά δεν σεβάστηκαν τα πράγματα που προσέφερα στην ομάδα».
Παρά την γκρίνια και την αμφισβήτηση, η τρανταχτή πλειοψηφία του «κιτρινόμαυρου» φίλαθλου κοινού αναγνωρίζει και με το παραπάνω τα όσα προσέφερε ο Μιχάλης Μπακάκης στην αγαπημένη τους ομάδα και για τον λόγο αυτό, όταν μπήκε για πρώτη φορά στην OPAP Arena, ακόμη και ως αντίπαλος, την ώρα που βγήκε αλλαγή, γνώρισε την καθολική αποθέωση από ολόκληρο το γήπεδο, που ξαφνικά για χάρη του σηκώθηκε στο πόδι.
«Ήταν υπέροχο να μπαίνω μέσα στην OPAP Arena. Ήταν ένα γήπεδο που η ΑΕΚ πάλευε χρόνια για να καταφέρει να το χτίσει και εγώ που αγωνιζόμουν στην ομάδα το έβλεπα να πραγματοποιείται σιγά σιγά. Τελικά μπήκα ως αντίπαλος, αλλά μακράν το κορυφαίο συναίσθημα ήταν η εκτίμηση του κόσμου προς το πρόσωπο μου. Με χειροκρότησε και γενικά ένιωσα την αποδοχή και την αγάπη τους, κάτι που με γέμισε. Είναι πολύ σημαντικό να βλέπεις ότι ο κόσμος εκτιμάει εσένα, αλλά και όλα όσα προσέφερες στην ομάδα. Το ότι η διοίκηση αποφάσισε να μη διαχειριστεί σωστά την κατάσταση μου και να φύγω με αυτόν τον τρόπο, δεν σημαίνει ότι και ο κόσμος συμφωνούσε με αυτό. Απ’ ό,τι φάνηκε και στο γήπεδο όταν γύρισα, η μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου κατάλαβε ότι δεν έπρεπε να φύγω με αυτόν τον τρόπο».
Πλέον ο Μπακάκης, μετά και την αποχώρησή του από τον Παναιτωλικό, βρίσκεται ελεύθερος στην αγορά και αναζητεί την κατάλληλη ομάδα που θα μπορέσει να του καλύψει τα οικονομικά του «θέλω», αλλά κυρίως τις υψηλές βλέψεις που έχει για τη συνέχεια της καριέρας του.
«Τώρα στη μεταγραφική περίοδο θέλω να βρω μία ομάδα που να ικανοποιεί τα θέλω μου. Πλέον δεν είμαι μόνος, έχω οικογένεια. Έχω υπάρξει σε ομάδες υγιείς και πάρα πολύ καλές, οπότε θέλω η ομάδα που θα βρω να έχει τις κατάλληλες προδιαγραφές και τα κατάλληλα στάνταρ, ώστε να πάω και να ευχαριστηθώ το ποδόσφαιρο».
Πρόσφατα ο Μπακάκης με ένα αποχαιρετιστήριο μήνυμα, γνωστοποίησε ότι θα αποχωρήσει από την ομάδα του Αγρινίου και αποχαιρέτησε το κλαμπ, αλλά και τους φιλάθλους. Όμως έβγαλε και μία πικρία, τονίζοντας ότι η συμπεριφορά της ΠΑΕ δεν ήταν η πρέπουσα, κάτι που τον οδήγησε σε αυτές τις αιχμηρές δηλώσεις.
«Η διοίκηση του Παναιτωλικού δεν διαχειρίστηκε σωστά το επικοινωνιακό κομμάτι της ανανέωσής μου. Δεν μου είπαν ποτέ ότι δεν με θέλουν, το ακριβώς αντίθετο, με είχαν ενημερώσει ότι θέλω να παραμείνω στην ομάδα. Ο τρόπος, όμως, που το διαχειρίστηκαν μου έδειξε ότι δεν είμαι σημαντικός για αυτούς και αποφάσισα, επειδή δεν πήρα τον απαραίτητο σεβασμό από τη διοίκηση, και το τελείωσα εγώ. Ήθελα να φύγω με ψηλά το κεφάλι και στη φάση που βρίσκεται, πλέον, η καριέρα μου, παίζει σημαντικότερο ρόλο η αξιοπρέπεια».
Πηγή: Sport fm.gr
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ AEK1924 ΚΑΙ ΜΕΙΝΕΤΕ ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΙ
Όλα τα νέα της ΑΕΚ στο Google News
Κάνε Like στην σελίδα του AEK1924 στο Facebook
Κάνε follow το AEK1924 στο Instagram
Παρακολούθησε τις εκπομπές και τα βίντεο του AEK1924 με ένα subscribe στο YouTube
Βρείτε το AEK1924 στο TikTok
Ακολούθησε το AEK1924 στο X
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ VIDEO
Advertisement