
Όχι μόνο εντός των συνόρων έχοντας φορέσει τις φανέλες της ΑΕΚ και του Απόλλωνα Πάτρας, αλλά και εκτός. Άλλωστε αγωνίστηκε σε άλλες 11 ομάδες κλείνοντας την καριέρα του στα 40 του χρόνια. Αν μη τι άλλο ήταν από τις πιο χαρακτηριστικές «φιγούρες» της Α1 στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Τότε που το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν και το καλύτερο της Ευρώπης!
Το Gazzetta θέλησε να γυρίσει στα χρυσά χρόνια του εγχώριου πρωταθλήματος και να θυμηθεί τον 57χρονο σήμερα, Μίρκο Μιλίτσεβιτς. Έναν παίκτη ο οποίος είχε «λανσάρει» τη ραβέρσα ως το σήμα κατατεθέν του. Και η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν μπορούσε να τον… κόψει. Είτε ήταν ο Βράνκοβιτς των 2.17 μέτρων, είτε ήταν ο Φασούλας των 2.13 μέτρων κ.ο.κ.:
«Ναι, κανείς δεν μπορούσε να με σταματήσει… Ούτε ο Βράνκοβιτς, ούτε ο Ράτζα, ούτε ο Ντίβατς. Κανείς. Σε όλους έβαζα 30-35 πόντους» είπε γελώντας και μεταξύ πολλών άλλων ο Μιλίτσεβιτς στο Gazzetta, ο οποίος μοιράστηκε πολλές ανέκδοτες ιστορίες από το ένδοξο παρελθόν (του). Θυμήθηκε συμπαίκτες και αντιπάλους, αποκάλυψε τις πλάκες με τον «κολλητό» του Ρολάντο Μπλάκμαν, ενώ αναφέρθηκε και στο χάρισμα να «διαβάζει» το χέρι, κάτι που -όπως μας είπε- είναι κληρονομικό από την γιαγιά του. Και το πιο… ανατριχιαστικό; Είχε «δει» τον θάνατο του Ντράζεν Πέτροβιτς.
Η «σχέση» του Μιλίτσεβιτς με την Ελλάδα χρονολογείται από το μακρινό 1988! Και πιο συγκεκριμένα σε αγώνα του Ερυθρού Αστέρα όπου αγωνιζόταν εκείνη την περίοδο με αντίπαλο τον ΠΑΟΚ στο Βελιγράδι. Ναι, καλά μαντέψατε. Στο ιστορικό «ξύλο» την εποχή που στον Ερυθρό Αστέρα αγωνίζονταν οι Μπάνε Πρέλεβιτς, Μπόμπαν Γιάνκοβιτς αλλά και η… αφεντιά του. Ήταν το ματς όπου ο Μιλίτσεβιτς πιάστηκε στα χέρια με την μισή ομάδα του ΠΑΟΚ κάνοντας για πρώτη φορά γνωστό τ’ όνομά του στις σελίδες των αθλητικών εφημερίδων της εποχής.
Έκτοτε πέρασαν έξι χρόνια για να απασχολήσει «ζεστά» τα ελληνικά media της εποχής. Ήταν το καλοκαίρι του 1994, όταν η ΑΕΚ του -νέου τότε προπονητή– Βλάντο Τζούροβιτς διαπραγματεύονταν την απόκτηση του… Ζέλικο Ρέμπρατσα από την Παρτίζαν. Το deal δεν έγινε ποτέ και ο Σέρβος τεχνικός στράφηκε σε άλλες περιπτώσεις ψηλών όπως αυτές των Άνταμ Κίφι από τους Χοκς και Γουίλιαμ Μπέντφορντ από τους Σπερς (και πρωταθλητής με τους Πίστονς το 1990), Τζίφος.
Κάπου… εκεί, στα μέσα Σεπτεμβρίου του ’94 εμφανίστηκε ο ευτραφής Μίρκο Μιλίτσεβιτς ο οποίος είχε περάσει την προηγούμενη χρονιά στη Νάπολι της Ιταλίας με 16.7 πόντους, 9.6 ριμπάουντ, 2 κλεψίματα και 66% εντός παιδιάς.
«O Tζούροβιτς δεν ήταν ευχαριστημένος από τους ψηλούς που δοκιμάζε και έψαχνε τον παίκτη δίπλα στον Τιμ Μπάροους. Άλλωστε με ήξερε καλά Από τον Ερυθρό Αστέρα που είχα παίξει πολυ καλά. Είχαμε μιλήσει τότε στο τηλέφωνο και του είπα ότι ήθελα να παίξω στην ΑΕΚ, Ε, μετά από τέσσερις-πέντε ημέρες μη πήρε πίσω και μου είπε ‘έλα, σε θέλω’. Τοτε στην ΑΕΚ ήταν πρόεδρος ο Λεφάκης. Πραγματικά πολύ κύριος. Ό,τι έλεγε, αμέσως γινόταν» είναι τα λόγια του Μιλίτσεβιτς αναφορικά με το πώς μπήκε στο αεροπλάνο με προορισμό την Αθήνα για λογαριασμό της Ένωσης.
Και όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων η ΑΕΚ είχε πετύχει… διάνα! Από το πρώτο φιλικό κόντρα στον Πειραϊκό είχε δείξει τις προθέσεις του (21π.) ενώ στα 26 ματς της κανονικής περιόδου στην Α1 είχε μετρήσει κατά μέσο όρο 21,2 πόντους, 6,5 ριμπάουντ, ενω σούταρε με 60% εντός παιδιάς και 78% στις ελεύθερες βολές.
-Κάνατε παρέα γενικά;
«Ναι πάρα πολύ. Και θα σου πω και κάτι άλλο. Είχα μάθει από τη μητέρα μου και τη γιαγιά μου να ερμηνεύω το χέρι. Είχα αυτό το χάρισμα. Και ο Ντράζεν το ήξερε αυτό. Θυμάμαι ήταν το 1990 όταν ήμασταν κάπου εγώ, εκείνος και η κοπέλα του, η Ρενάτα. Μου ζήτησε να δω το χέρι του και να του πω εάν θα παντρευτούν. E, όταν το έκανα και με ρωτούσε επίμονα ‘τι είδα’ τον κοίταξα και του είπα: ‘Εάν παντρευτείς εσύ την Ρενάτα, εγώ θα παντρευτώ τον Χίτλερ. (Γέλια). Δεν την παντρεύτηκε ποτέ. Βέβαια δεν ήταν και το μοναδικό που του είπα. Του είπα επίσης ότι ‘θα έχεις πρόβλημα με το αμάξι. Να προσέχεις και σε αγαπώ πολύ. Ο Θεός να σε βοηθήσει’. Δυστυχώς τρία χρόνια αργότερα έγινε το μοιραίο τροχαίο. Δεν το πίστευα. Ήμουν τότε στην Ισπανία και είδα την είδηση στην τηλεόραση. Πολύ στεναχώρια φίλε».
-Να αλλάξω λίγο το κλίμα. Μου είπες πριν ότι δεν ήσουν στο ξεκίνημα της καριέρας σου σέντερ, αλλά φόργουορντ. Λόγω της σωματοδομής σου;
«Φυσικά. Τότε ήμουν 88-90 κιλά. Δεν μπορούσα να παίξω πεντάρι. Όμως στη συνέχεια και αφού πήρα 40-50 κιλά, έπρεπε να επιβιώσω μέσα στη ρακέτα. Χάρη σε αυτά μπόρεσα και αντιμετώπισα ‘αρκούδες’ όπως όπως ο Ντίβατς, ο Ράτζα, ο Βράνκοβιτς, ο Φασούλας (Γέλια). Σε όλους αυτούς έχω βάλει 35-40 πόντους… Τα κιλά τα πήρα επειδή είχα ένα πρόβλημα στο θυροειδή. Όσο και αν έκανα προπόνηση δεν γινόταν να τα χάσω».
-Και σε αυτό έπαιξαν ρόλο τα ραβερσέ σουτ που ήταν και το σήμα κατατεθέν σου, έτσι;
«Ναι, ναι. Γι’ αυτό και άλλαξα τον τρόπο παιχνιδιού μου. Είχα τελείως δαιφορετικό στυλ. Μέχρι τότε δεν έκανα hook shots. Καθόλου. Και όταν ο Τζούροβιτς ήταν στον Αστέρα και με έβαλε πεντάρι, ήταν και εκείνος που μου είπε να ξεκινήσω να σουτάρω έτσι. Και όπως φάνηκε πήγε καλά (Γέλια)».
-Και πώς τα έφερε η μοίρα, βρέθηκες και πάλι υπό τις οδηγίες του Βλάντο Τζούροβιτς στην ΑΕΚ ενόψει της σεζόν 1994-95.
«Ναι σωστά. O Tζούροβιτς δεν ήταν ευχαριστημένος από τους ψηλούς που δοκιμάζε και έψαχνε τον παίκτη δίπλα στον Τιμ Μπάροους. Άλλωστε με ήξερε καλά από τον Ερυθρό Αστέρα που είχαμε συνεργαστεί για δύο χρόνια. Μιλήσαμε τότε στο τηλέφωνο και του είπα ότι ήθελα να παίξω στην ΑΕΚ, Ε, μετά από τέσσερις-πέντε ημέρες μη πήρε πίσω και μου είπε ‘έλα, σε θέλω’. Και κάπως έτσι βρέθηκα στην ΑΕΚ. Το ήθελα πολύ. Είχα πάρει και μια γεύση από την ΑΕΚ την σεζόν 1988-89 όταν και την είχαμε αντιμετωπίσει στο κύπελλο Κυπελλούχων. Τότε έπαιζα στην Τσιμπόνα και ήμασταν στον ίδιο όμιλο. Η ΑΕΚ είχε τον Ντάνι Βρέινς αλλά εμείς είχαμε νικήσει και τις δύο φορές. Μάλιστα στο ματς στην Αθήνα είχα πετύχει και 19 πόντους».
-Η ΑΕΚ ήταν ο πρώτος σταθμός σου στην Ελλάδα. Και απ’ όσο γνωρίζω δέθηκες πολύ με αυτήν την ομάδα.
«Πράγματι. Πρόκειται για μια μεγάλη ομάδα με τους καλύτεροτς φιλάθλους. Έχω παίξει παντού. Ιταλία, Ισπανία, Ρωσία, Τουρκία, αλλά δεν συνάντησα πουθενά φιλάθλους σαν και αυτούς της ΑΕΚ. Πάντα θα την αγαπώ και πάντα θα είναι στην καρδιά μου. Και ξέρεις, είχα στεναχωρηθεί πολύ που έφυγα από την ομάδα…Ήταν ο καλύτερος χρόνος που περασα στη ζωή μου.»
-Τι έγινε και έφυγες;
«Ήταν το χειρότερα πράγμα που είχα ακούσει. Δεν με ήθελε ο Τζούροβιτς και αντί για εμένα προτίμησε τον Άντονι Πελ, ενώ στη θέση του Μπλάκμαν πήρε τον Μάρκους Λίμπερτι. Δεν το κατάλαβα ποτέ αυτό το πράγμα. Θυμάμαι μου είχε μιλήσει ο Λεφάκης και μου είχε πει ‘εγώ σε θέλω στην ΑΕΚ, σε αγαπάμε πολύ αλλά δεν ξέρω γιατί ο Τζούροβιτς δεν θέλει να σε κρατήσει. Μετά εγώ πήγα στον Απόλλωνα Πάτρας που ήταν πολύ καλή ομάδα, ενώ ο ‘Ρο’ πήγε στη Στεφανέλ στην Ιταλία μαζί με τον Μποντιρόγκα με την οποία πήρε το πρωτάθλημα και έπαιξε και τελικό κυπέλλου Κόρατς».
-Το λες με παράπονο πάντως…
«Ναι, το έχω ακόμα. Σου είπα. Δεν ήθελα να φύγω από την ΑΕΚ το ’95. Όμως πέρασα πολύ καλά στον Απόλλωνα. Και τα έφερε έτσι η ζωή που έγινα η αιτία να απολυθεί ο Τζούροβιτς από την ΑΕΚ. Ήταν το ματς Απόλλων-ΑΕΚ και χάναμε με 14 πόντους διαφορά 4.5 λεπτά πριν από το τέλος. Τότε πήρε ο Αλεξανδρής τάιμ άουτ και του είπα: ‘Κόουτς, αυτό το παιχνίδι δεν θα το χάσουμε. Δώσε μου όλες τις μπάλες στην επίθεση και θα δεις τι θα γίνει. Πράγματι το πήρα πάνω μου, είχα 3/3 τρίποντα από πολύ μακριά, πέτυχα 16 πόντους σε αυτό το διάστημα, γυρίσαμε το παιχνίδι και στο τέλος κερδίσαμε με ένα καλάθι. Μετά από αυτό το ματς ο Τζούροβιτς απολύθηκε από την ΑΕΚ».
-Τότε είχες ξεκινήσει και σούταρες πολλά τρίποντα, ε;
«Ναι. Ξέρεις όταν περάσεις τα 30 χρόνια σου βάζεις και άλλα πράγματα στο παιχνίδι. Και εγώ είχα βάλει τα τρίποντα. Σούταρα περισσότερο απ’ έξω. Τα έβαζα όμως! Ήμουν ψηλός με καλό τρίποντο! (Γέλια)».
-Έτυχε να μιλήσεις ποτέ με τον Τζούροβιτς; Να τον ρωτήσεις για ποιον λόγο σε είχε διώξει;
«Όχι. Δεν μιλήσαμε μετά καθόλου. Και δεν έμαθα ποτέ γιατί δεν με ήθελε άλλο στην ΑΕΚ».
«Οι Φάνης και Χρήστος Χριστοδούλου οι μοναδικοί παίκτες που μπορούσαν να με αντιμετωπίσουν, όλους τους υπόλοιπους του γα@@@σα στο παρκέ»
-Υπήρχε κάποιος παίκτης που σε είχε δυσκολέψει πολύ;
«Θα σου πω το εξής: Δεν ήταν ούτε ο Τάρπλεϊ, ούτε ο Φασούλας, ούτε ο Βράνκοβιτς, Με αυτούς έβρισκα τρόπο και τους έβαζα καλάθια. Σημείωνα 30-35 πόντους. Δεν έβλεπα καν ποιον είχα αντίπαλο. Δεν με ενδιέφερε αν ήσουν ο Ράτζα ή οποιοσδήποτε άλλος. Ήξερα εγώ τι μπορούσα να κάνω. Και πάντα έπαιζα καλά. Τους γ@@@σα όλους στο παρκέ (Γέλια). Μπορεί να είχα πολλά κιλά, αλλά είχα και γρήγορα πόδια. Όμως εκεί που δυσκολευόμουν ήταν με τον Χρήστο Χριστοδούλου και τον Φάνη Χριστοδουλου.»
-Δηλαδή;
«Πολύ ξύλο! (Γέλια) Δεν φαντάζεσαι φίλε. Πολύ ξύλο! Θα σου πάντως ότι μου άρεσε πολύ ο Φάνης. Ήταν ο αγαπημένης μου παίκτης στην Ελλάδα. Μπορούσε να κάνει τα πάντα σε έναν αγώνα μπάσκετ. Και εμένα μου έκανε τη ζωή δύσκολη. Αν σε όλα τα ματς είχα 20-25 πόντους, όταν αντιμετώπιζα τον Φάνη και τον Χρήστο Χριστοδούλου έμενα χαμηλά. Δεν με άφηναν να πάρω τη μπάλα. Και αυτό ήταν το σημαντικό που έκαναν για να με σταματήσουν. Το ίδιο και ο Σιγάλας. Ξέρεις, δεν έχω φάει τάπα από Βράνκοβιτς ή Φασούλα, αλλά έχω φάει από τον Σιγάλα. Πολύ καλός αμυντικός».
-Εσένα; Υπήρχε κάποιος που σε δυσκόλευε;
«Ντίνο Ράτζα. Για μένα ήταν ο καλύτερος ψηλός της Ευρώπης. Όταν παίζαμε αντίπαλοι δεν μπορούσα να τον σταματήσω. Πανέξυπνος παίκτης. Βέβαια μου έβαζε 30 πόντους στην άμυνα, αλλά έβαζα και εγώ άλλους 30 στη δική μας επίθεση (Γέλια). Οπότε υπήρχε ισορροπία».
-Στην Αθήνα έκανες πολύ παρέα μ’ έναν θρύλο του ΝΒΑ, τον Ρολάντο Μπλάκμαν. Σωστά;
«Ναι, ναι πολύ σωστά. Ήμασταν μαζί σχεδόν 24 ώρες το 24ωρο. Ο Ρολάντο είναι μεγάλος άνθρωπος. Εξαιρετικός χαρακτήρας. Ακόμα και τώρα έχουμε κρατήσει επαφή και μιλάμε πολύ συχνά στο τηλέφωνο. Είχαμε περάσει πολλές όμορφες στιγμές μαζί».
-Φαντάζομαι θα έχεις και ιστορίες να μοιραστείς…
«Ε, βέβαια. Συνέχεια ξενυχτούσαμε με τον Ρολάντο. Κάθε βράδυ. Σε Κολωνάκι και Γλυφάδα. Όλη την ώρα ήμασταν έξω (Γέλια). Όμως πώς τα έφερε η στιγμή, μας είχε δει μια μερα κάποιος που γνώριζε τον πρόεδρο, τον κύριο Λεφάκη. Και το είχε πει στον Τζούροβιτς. Ε, την επόμενη μέρα στην προπόνηση ο Βλάντο μας περίμενε για να μας ψαρώσει. Θυμάμαι μου είχε πει ‘εσύ Μίρκο δεν κοιμήθηκες καλά το βράδυ. Είσαι πολύ άσπρος, δεν ξεκουράστηκες’ και ο Ρολάντο μου είπε το ίδιο: ‘Ναι κόουτς, κοίτα πώς είναι’. Τότε είπα από μέσα μου ‘έτσι είσαι ρε μαλ…α;’ Άρχισα να μιλάω στα σέρβικα με τον Τζούροβιτς και εκείνος δεν καταλάβαινε. Όταν με ρώτησε τι λέγαμε, του εξήγησα ότι ο κόουτς έλεγε τα ίδια και χειρότερα για εκείνον (Γέλια).»
-Βίος και πολιτεία ήσασταν…
«Πάρα πολύ. Επίσης μια μέρα και ενώ ήμουν σπίτι και κοιμόμουν, χτύπησε το τηλέφωνό μου στο σπίτι τα ξημερώματα. Στις 6 τα ξημερώματα. Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Ο μαλ…ας ο Μπλάκμαν ήταν στεναχωρημένος και μου έλεγε να πάω σπίτι του. Εγώ έμενα στην Κηφισιά κοντά στο Αμερικάνικο Κολέγιο και εκείνος στην Εκάλη. Μάλιστα είχαμε προπόνηση τέσσερις ώρες αργότερα, στις 10 το πρωί, αλλά του έκανα το χατίρι και πήγα. Ε, όταν τον είδα, έκλαιγε. Είχε ερωτευτεί μια κοπέλα που ήταν μοντέλο. Αντζελα την έλεγαν αν θυμάμαι καλά. Και σκεφτόταν να χωρίσει για χάρη της κοπέλας. Δεν ήξερε τι να κάνει!»
-Αφού ξεκίνησες τις ιστορίες σας, σε αφήνω να συνεχίσεις….
«Η πιο αστεία απ’ όλες αφορά τον γάτο που είχα τότε. Τον Τόμπι. Σαν τον Γκάρφιλντ ήταν. 12-14 κιλά! Τον είχα φέρει από την Ισπανία. Όπως σου είπα έμενα κοντά στο Αμερικάνικο Κολέγιο και ύστερα από μια προπόνηση δεν τον βρήκα στο σπίτι. Πέρασαν μια-δυο μέρες ώσπου τον άκουσα να νιαουρίζει. Είχε ανέβει σ’ ένα δέντρο μέσα στο Αμερικάνικο Κολέγιο. Εγώ δεν μπορούσα να ανέβω εκεί και φώναξα να έρθει ο Μπλάκμαν. Αυτός σκαρφάλωνε παντού. Και όχι τίποτε άλλο, αλλά αγαπούσε πολύ τον γάτο μου, όλη την ώρα μαζί του έπαιζε. Έτσι λοιπόν σκαρφάλωσε σ’ εναν τοίχο 4-5 μέτρα προκειμένου να τον πιάσει. Τον έπιασε, αλλά δεν είχε δει ένα γυαλί με αποτέλεσμα να σκίσει το πόδι του 4-5 εκατοστά και να πάει μετά για ράμματα! Δεν είπε τίποτε σε κανέναν. Μπορεί να πόναγε, μπορεί να είδε ο Τζούροβιτς ότι δεν μπορούσε να τρέξει καλά, αλλά εκείνος έπαιξε κανονικά στα επόμενα παιχνίδια και ήταν και καλός».
-Στα αποδυτήρια, είχατε καλές σχέσεις με όλους;
«Ναι πάρα πολύ καλές. Ήμασταν σαν οικογένεια στην ΑΕΚ. Μάλιστα θυμάμαι που πείραζα τον Μηνά Γκέκο. Και του έκανα συνέχεια πλάκα. Ήταν η σεζόν που είχε επιστρέψει από τον Παναθηναϊκό. Μεγάλος σε ηλικία. 35-36 χρονών. Είχε γυρίσει για να κλείσει την καριέρα του και του έλεγα ‘δεν θέλω να πεθάνεις αγάπη μου, τελείωνε’ και φαντάζεσαι τα γέλια που κάναμε».
-Ε, δεν μπορεί όλο και κάτι θα έχεις από την Πάτρα…
«Θα σου πω μόνο ένα πράγμα. Πόσο έμεινα στην Πάτρα; 300 ημέρες. Ε, τις 285 ήμουν στην Αθήνα (Γέλια). Κάθε, μα κάθε ημέρα έκανα 480 χιλιόμετρα πήγαινε-έλα Πάτρα-Αθήνα. Είχαμε τότε διπλές προπονήσεις και ερχόμουν ύστερα από κάθε προπόνηση στην Αθήνα. Και μετά πάλι πίσω».
-Πώς και έτσι;
«Ε, είχα μια κοπέλα στην Αθήνα. Την Σοφία. Και ερχόμουν κάθε μέρα και την έβλεπα μετά από κάθε προπόνηση. Ξέρεις πόσο δύσκολο ήταν; Μάλιστα τότε δεν υπήρχε ο καλός δρόμος όπως υπάρχει τώρα. Και ήταν μεγάλη η απόσταση. Τώρα θα ήταν πιο εύκολο που έχουν φτιάξει τον δρόμο (Γέλια)».
-Τουλάχιστον είχε επιτυχία;
«Όχι, όχι. Μετά που τελείωσα από τον Απόλλωνα Πάτρα, τελείωσα και με εκείνη (Γέλια). Μετά πήγα στην Τουρκία και ήμουν με μια τραγουδίστρια, την Ρωξάνη».
-Τώρα που σε πετυχαίνουμε Μίρκο; Με τι ασχολείσαι ;
«Εχω ακαδημία στη Σερβία με πολλά παιδιά. Και κάνω κάθε μέρα προπονήσεις. Μου αρέσει πολυ αυτό που κάνω τώρα. Θέλω να είμαι μέσα στο μπάσκετ γιατί το αγαπώ πολύ».
-Παίζεις ακόμα;
«Παίζω. Όταν τύχει παίζω. Και μπορώ να σου πω ότι μπορώ να καρφώσω! (Γέλια) Μπορεί όταν έπαιζα να μην μπορούσα, αλλά τώρα μπορώ!»
-Αν σου έλεγα να επιλέξεις τον καλύτερο παίκτη που έχεις δει στην Ελλάδα;
«Βασίλης Σπανούλης. Θα αναρωτιέσαι γιατί δεν λέω Γκάλης. Όμως ο Σπανούλης θεωρώ ότι ήταν ο πιο πλήρης παίκτης. Μεγάλος παίκτης. Και είχε κερδίσει τα πάντα. Euroleague τρόπαια, μετάλλια με Εθνική ομάδα. Άλλες βέβαια οι εποχές του Γκάλη, άλλες οι εποχές του Σπανούλη. Για μένα ωστόσο αυτός είναι ο καλύτερος.»
–Ανασύροντας τις μπασκετικές σου αναμνήσεις στην Ελλάδα, με ποιους συμπαίκτες σου, σου άρεσε να παίζεις;
«Σίγουρα με τον Ρολάντο με τον οποίο όπως σου είπα ήμασταν πολύ φίλοι και κάναμε συνέχεια παρέα. Επίσης και με τον Ποδαρά στην ΑΕΚ. Πολύ καλός παίκτης και σουτέρ. Στην Πάτρα μου άρεσε να παίζω μαζί με τον Μπακ Τζόνσον, τον Μολφέτα και τον Ντούσαν Βούκσεβιτς. Βέβαια θα ήθελα να είχα και τον Παναγιώτη Γιαννάκη, αλλά δεν έτυχε».
-Κλείνοντας θα ήθελα να μου πεις λίγο για την μεγάλη σου ανακάλυψη. Και φυσικά αναφέρομαι στον Λούκα Ντόντσιτς, τον οποίο εσύ ανέδειξες και φρόντισες να πάει στη Ρεάλ Μαδρίτης όταν ήταν ακόμα 12-13 χρονών.
«Ναι έτσι ακριβώς. Ήμουν φίλος με τον πατέρα του Λούκα. Τον Σάσα. Και τότε έπαιζε στην Ολίμπια Λιουμπλιάνα. Όταν τον είδα τρελάθηκα. Αμέσως είπα ότι αυτό το παιδί έχει τεράστιο ταλεντο και ότι θα κάνει σπουδαία καριέρα. Ξέρεις σε μερικούς παίκτες μπορείς να το διακρίνεις ακόμα και όταν είναι μικρά παιδιά. Πράγματι είχα επικοινωνήσει με τους ανθρώπους της Γαλατασαράι για να κάνει προπονήσεις. Πήγε στη Κωνσταντινούπολη, προπονήθηκε αλλά ο προπονητής είπε ότι δεν του έκανε και ότι έψαχνε κάποιον καλύτερο…
Αμέσως μετά πήρα τηλέφωνο τον καλό μου φίλο, τον Αλμπέρτο Ερέρος ο οποίος ήταν στην Ρεάλ Μαδρίτης. Και του είπα ότι έχω ένα παιδί που θα τον δεις και θα τρελαθείς. Ο Λούκα πήγε στη Μαδρίτη, προπονήθηκε και όλοι έπαθαν πλάκα μαζί του. Ε, τη συνέχεια την ξέρετε. Μιλάμε για παίκτη παγκοσμίου κλάσης ο οποίος θα ξεπεράσει και τον μεγάλο Ντράζεν. Χαίρομαι πολύ για τον Λούκα».
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ VIDEO
Advertisement