Αναλυτικά τα όσα δήλωσε:
Για τη Χάποελ Τελ Αβίβ και την ικανότητα να αποκτά παίκτες όπως ο Βασίλιε Μίτσιτς: «Για εμάς δεν είναι κάτι που αποτελεί έκπληξη, γνωρίζοντας τον ιδιοκτήτη (σ.σ.: τον Όφερ Γιανάι) και τη δυναμική που έχει. Έχει πάθος και τρέλα να κάνει ό,τι καλύτερο για την ομάδα».
Για την ατάκα του Μίτσιτς περί “Δυναστείας” για τη Χάποελ: «Αυτή τη στιγμή, ακούγοντας τα μεγάλα λόγια και τις προσδοκίες όλων, εγώ ως προπονητής, μαζί με τον κόουτς Ιτούδη, αυτό που σκεφτόμαστε και συζητάμε είναι πως θα γίνουμε ομάδα. Πώς θα φτιάξουμε τη χημεία, για να γίνουμε αποδοτικοί. Αυτό ακούγεται (σ.σ.: αναφορικά με τη “Δυναστεία”) ακούγεται σαν το μετέπειτα πλάνο. Θέλει πολλά χρόνια, πολύ χρήμα και υπομονή. Ο ιδιοκτήτης έχει αυτή τη στόφα ανθρώπου να κάνει κάτι μέχρι τέλους, χωρίς να απογοητεύεται ή να το παρατήσει στη μέση. Εμείς θέλουμε να κάνουμε το πρώτο βήμα που είναι να μπει η ομάδα στα playoffs».
Για τη σχέση με τον ιδιοκτήτη της Χάποελ, Όφερ Γιανάι: «Ήθελε από την αρχή να δουλέψω μαζί με τον κόουτς Ιτούδη. Είναι απαιτητικός, καταλαβαίνει και δεν είναι τοξικός. Είναι πανέξυπνος, αντιλαμβάνεται τι γίνεται και αυτό φαίνεται από το ότι προσπαθεί να κάνει τα πάντα. Όπως έγινε με τον Μότλεϊ, με τον Μπέβερλι και τώρα με τον Μίτσιτς ή ακόμα και με τον κόουτς Ιτούδη. Ωστόσο, πιστεύει πολύ και στους ρολίστες. Φαίνεται ότι είναι “θέλω να αποκτήσω τους καλύτερους”, αλλά αυτό που του έχουμε περάσει, ξεκινώντας εγώ και μετά με τον Δημήτρη είναι ότι το μπάσκετ δεν παίζεται μόνο με αστέρια, θέλει και το… γύρω γύρω. Το πρώτο ερέθισμα για να του εξηγήσω ήταν όταν παρακολουθούσαμε μία αναμέτρηση των playoffs ανάμεσα στην Μακάμπι και τον Παναθηναϊκό, το 2024. Και μπαίνει μέσα ο Καλαϊτζάκης και κλέβει την μπάλα δύο φορές από τον Λορέντζο Μπράουν. Και του λέω “έτσι γίνεται…”. Δεν είναι μόνο ο Κέντρικ Ναν και ο Κώστας Σλούκας, αλλά θέλει και τον Καλαϊτζάκη να παίξει άμυνα για λίγη ώρα».
Για τον κόουτς Ιτούδη και την πρώτη γνωριμία το 2009 όταν… τρύπωνε στις προπονήσεις της ΜΕΝΤ και τη δική του επιλογή να γίνει από πρώτος προπονητής, άμεσος συνεργάτης: «Ο αδελφός μου έπαιζε στη ΜΕΝΤ τότε. Όταν ήταν 18-19 ετών και εγώ 15, είχα ρωτήσει αν ο κόουτς με αφήνει να δω την προπόνηση. Από τότε ήταν αυστηρός, αλλά με τα χίλια ζόρια δέχτηκε. Δεν υπήρχε άνθρωπος μέσα. “Έχει χαρακτήρα, είναι δίκαιος”, μου είχε πει ό αδελφός μου όταν ήταν να συνεργαστώ με τον Ιτούδη στην ΤΣΣΚΑ. Και τον ρώτησα γιατί μου το λέει αυτό. Και μου απάντησε ότι τότε ήθελε να τον βάλει βασικό και οι παίκτες της ΜΕΝΤ που ήταν της… πιάτσας, παίκτες της Α2, του έλεγαν ότι δεν μπορεί τώρα ο μικρός να παίξει, μπήκε μπροστά και είπε ότι θα παίζει όποιος θεωρεί αυτός. Ο Ιτούδης έχει ψηλά τους συνεργάτες του.
Όσο για εμένα, πάντα προσπαθώ να εναλλάσσω το ρόλο του πρώτου με τον βοηθό. Όταν είσαι συνεχόμενα χρόνια πρώτος, θέλεις ένα διάλειμμα. Αλλά να παραμείνεις ενεργός με το μπάσκετ. Η θέση του βοηθού σε ηρεμεί, σου δίνει τη δυνατότητα να δεις τα νέα trends, να γεμίσεις μπαταρίες, να αλλάξεις λίγο το σκεπτικό σου, να το βελτιώσεις ή ακόμα και να κρατήσεις, επιβεβαιώνοντας τον εαυτό σου, πως αυτό που έκανες τα προηγούμενα χρόνια ήταν σωστό. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει πρώτος, δεύτερος, τρίτος προπονητής, όλοι είμαστε προπονητές μπάσκετ με συγκεκριμένα καθήκοντα».
Αν πρόλαβε να παίξει μπάσκετ πριν την προπονητική και πώς ξεκίνησε: «Έπαιζα μπάσκετ στο Κιλκίς. Είχαμε μία πολύ καλή γενιά, έπαιζε ο αδερφός μου, από “κάτω” (στους μικρότερους) ήταν ο Βασιλειάδης, ο Μαυροκεφαλίδης…
Ήξερα ότι δεν ήμουν τόσο καλός παίκτης, δεν θα μπορούσα να φτάσω στην κορυφή ποτέ. Ως παίκτης θα ήμουν μέτριος έως κακός, οπότε θεώρησα ότι θα γινόταν μόνο μέσα της προπονητικής.
Όταν ήμουν στην 3η Λυκείου, ζήτησα από τον πρόεδρο της ομάδας, να αναλάβω το παιδικό. Έμεινα εκεί για μια διετία.
Και όταν το 1999 ο ΠΑΟΚ έκανε ένα παιδομάζωμα. Και ο Σφαιρόπουλος μου είχε ζητήσει να γίνω μέλος του staff. Ήταν σημαντική στιγμή. Είχαμε τελειώσει τις Πανελλήνιες εξετάσεις και με παίρνει τηλέφωνο ο Σφαιρόπουλος. Μου λέει ότι θα πάω στην ομάδα, έχει μιλήσει με τον Πρέλεβιτς. Για Πανεπιστήμιο δεν το συζητάω, είχα περάσει φιλόλογος. Απλά πήγα να πάρω το πάσο μου. Ήμουν τόσο χαρούμενος που είχα γίνει προπονητής που δεν ασχολήθηκα ούτε δευτερόλεπτο με το Πανεπιστήμιο».
Για τα προπονητικά πρότυπα: «Περισσότερο έβλεπα τον Παναθηναϊκό όταν ήμουν στο Λύκειο. Ήταν ο Παναθηναϊκός του Ομπράντοβιτς. Δεν καταλαβαίναμε όσα συνέβαιναν, αλλά επειδή γνώριζα τον Ιτούδη, το βλέμμα μου πήγαινε και σε αυτόν. Ήταν η πρώτη φορά που βλέπαμε ένα δίδυμο να μιλάει, να σηκώνεται. Μετά το είδαμε με τον Γκέρσον και τον Μπλατ, με τον Πιανιτζιάνι και τον Μπάνκι. Ο Ιτούδης με τον Ομπράντοβιτς έκαναν κάτι πρωτοποριακό, να είναι δύο προπονητές ταυτόχρονα. Μου άρεσε πάρα πολύ το μπάσκετ που δείχνανε. Θυμάμαι και το έχω πει στον Ιτούδη. Ήταν το 2000, ήμουν στη Ρόδο για Πενταήμερη και ήταν ο τελικός με τη Μακάμπι στην Πυλαία. Όλοι ήθελαν να βγουν έξω και εγώ τους έλεγα ότι θέλω να δω το ματς και θα τους βρω αργότερα. Να είναι 200 άτομα και να με περιμένουν και να λένε “Δέδας, φύγαμε”! Και εγώ απαντούσα ότι “έχει ματς, που να πάμε τώρα;”. Τελικά έμεινα, είδα το ματς και δεν θυμάμαι καν τι έκανα μετά. Η τάξη μου διασκέδασε και εγώ είδα τον τελικό. Το να έχεις ανοίξει ένα κανάλι γνωριμιών με τον Ιτούδη ή τον Σφαιρόπουλο είχε να κάνει περισσότερο με το πάθος σου και με το ότι περνάς το μήνυμα “ό,τι και να γίνει, εγώ θα γίνω προπονητής”. Και αυτό το αντιλαμβάνεται αυτός που του ζητάς βοήθεια. Ήταν καλύτερα πάντως που δεν έγινα φιλόλογος…».
Για την ΑΕΚ: «Αν εξαιρέσουμε το κομμάτι του Γέλοβατς που ήταν τραγικό, πέρασα καταπληκτικά. Η ομάδα μου άρεσε, μολονότι είχαμε μείνει με δύο ξένους, με ban, με κρύο στα Λιόσια. Παρά τις δυσκολίες, μου άρεσε η διαδικασία. Πέρασα υπέροχα στην ΑΕΚ. Δεν θα έφευγα αν η ομάδα δεν ήταν τακτοποιημένη. Στη regular season τελείωσε στην 4η θέση. Από τους επτά ξένους ήταν ο Κολόμ και ο Χάμερ και είχε έρθει ο Ράουτινς που ήταν το δελτίο του στην Ελλάδα. Στα τελευταία επτά ματς στα Λιόσια, κάναμε 7/7. Έλειψα στο ματς με τον Ολυμπιακό, είχα covid. Χάσαμε παρά το προβάδισμα 16 πόντων στο 3ο δεκάλεπτο. Και η επόμενη ήττα ήταν πάλι από τον Ολυμπιακό στο Κύπελλο, μία ομάδα – φωτιά, με τον Βεζένκοφ… Όλη η ομάδα, ο ίδιος κορμός, αλλά τρία χρόνια πιο νέοι.
Μου άρεσε η συνεργασία με τον Μάκη (σ.σ. Αγγελόπουλο), αγαπάει την ομάδα πραγματικά. Με έπαιρνε τηλέφωνο κάθε βράδυ, κατά τις 11.30. Είναι βραδινός τύπος, όπως και εγώ. Έλεγε “αυτός είναι προπονητής για εμάς, τον παίρνω στις 12 και δεν κοιμάται”.
Για τον Στέβαν Γέλοβατς και πόσο τον άλλαξε ως άνθρωπο και προπονητή: «Το πρώτο κομμάτι όταν είναι φρέσκο και καταλαβαίνεις ότι τα πράγματα δείχνουν πως θα είναι αρνητικά, νιώθεις ένα σοκ, με την έννοια ότι υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα από ένα παιχνίδι και σκέφτεσαι “γιατί αγχώνεσαι για ένα αποτέλεσμα”. Υπάρχει ένα καμπανάκι στο τι είναι σημαντικό. Αλλά για να είμαι ειλικρινής μόλις “παγώσει” το αρνητικό θέμα και πάει στο πίσω μέρος του μυαλού σου, σκέφτεσαι ότι ως προπονητής πρέπει να κερδίζεις, να έχεις ικανοποιημένο τον κόσμο και τη διοίκηση. Αυτές οι στιγμές σε σοκάρουν, αλλά δεν αλλάζουν το γενικότερο σκεπτικό σου. Σου κάνει ένα στοπ, ένα καμπανάκι, αλλά ουσιαστικά εκτίθεσαι στον εαυτό του. Ο Στέβαν ήταν για εβδομάδες στο νοσοκομείο, αλλά εμείς είχαμε στο μυαλό μας και τα παιχνίδια. Ήταν μία εναλλαγή συναισθημάτων. Ο Στέβαν ήταν εκπληκτικό παιδί. Το καλύτερο παιδί στην ομάδα, χαμογελαστός, μορφωμένος, ευγενικός, καλός παίκτης. Ήταν κάτι που κόστισε στην ομάδα πάρα πολύ. Μετά, όταν ένας παίκτης ήταν στο παρκέ, όλοι “πάγωναν”. Αυτό δεν μπορούσε να το αντιληφθεί κάποιος που δεν το ζούσε.
Είναι ένα ματς στη Θεσσαλονίκη απέναντι στον Ηρακλή. Η ΑΕΚ είναι μπροστά στο σκορ με 18 πόντους και ο Ανγκόλα τραυματίζεται. Τρέχει αίμα, τον πάνε με το φορείο στα αποδυτήρια. Η ομάδα σταμάτησε να παίζει. Το σοκ από τον Στέβαν έκανε τους πάντες να σκέφτονται “ποιο μπάσκετ τώρα;”».
Για τις… πολεμικές εμπειρίες στο Ισραήλ: «Είναι κομμάτι της δουλειάς. Υιοθετείς τις συνήθειες, τον τρόπο ζωής, τα καλά και τα κακά τους. Στη Ρωσία ξέρεις ότι τα χρήματα είναι καλά, αλλά έχει κρύο.
Στο Ισραήλ ξέρεις ότι υπάρχει αυτή η έκρυθμη κατάσταση.. Είναι διαφορετικό να το ξέρεις και άλλο να το βιώνεις. Όταν πήγα στη Χολόν, τον Δεκέμβριο του 2019, με βάζουν στο σπίτι και εκεί είναι ένα περίεργο δωμάτιο με μία βαριά πόρτα. Ρώτησα τι είναι αυτό και μου απάντησαν ότι είναι το safe room. Δεν έδωσα σημασία, αλλά μετά από ενάμισι χρόνο, γίνεται ένα σοβαρό περιστατικό με ρουκέτες από τη Γάζα. Τότε κατάλαβα τι είναι το safe room και το iron dome.
Είναι δύσκολο. Αλλά αν πάω στο Τελ Αβίβ τώρα και ακούσω συναγερμό, δεν έγινε και τίποτα. Είναι πιο δύσκολο αν έχεις την οικογένειά σου μαζί. Αν είμαι μόνος, ούτε με απασχολεί».
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ AEK1924 ΚΑΙ ΜΕΙΝΕΤΕ ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΙ
Όλα τα νέα της ΑΕΚ στο Google News
Κάνε Like στην σελίδα του AEK1924 στο Facebook
Κάνε follow το AEK1924 στο Instagram
Παρακολούθησε τις εκπομπές και τα βίντεο του AEK1924 με ένα subscribe στο YouTube
Βρείτε το AEK1924 στο TikTok
Ακολούθησε το AEK1924 στο X
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ VIDEO
Advertisement